- ἀγοράζοντα
- ἀγοράζωfrequent thepres part act neut nom/voc/acc plἀγοράζωfrequent thepres part act masc acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.